πιθάκνη

πιθάκνη
και αττ. τ. φιδάκνη και λακων. τ. πισάκνα, ή, Α
1. πιθάρι που χρησιμοποιούσαν συνήθως για εναπόθεση κρασιού, κρασοπίθαρο («οἰκοῡντ' ἐν ταῑς πιθάκνεσσι», Ιπποκρ.)
2. πιθάρι για εναπόθεση καρπών
3. φρ. «πιθάκνη ἰατρική» — δοχείο φαρμάκων, φαρμακευτικό γουδί (Γαλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < πίθος «πιθάρι» + υποκορ. επίθημα -άκνη το οποίο πιθ. έχει προέλθει από το επίθημα -ίχνη (πρβλ. κυλ-ίχνη, πελ-ίχνη), με ανομοιωτική τροπή τού δασέος -χ- σε κλειστό -κ- και τού -ι- σε -α- (*πιθ-ίχνη > πιθ-άκνη) ή κατ' επίδραση τών τύπων με -ακ- (πρβλ. πίναξ, -ακος, πύνδαξ, -ακος). Ο τ. φιδάκνη, κατά μία άποψη, έχει σχηματιστεί κατ' επίδραση τού φείδομαι «μεταχειρίζομαι με φειδώ, κάνω οικονομία» λόγω του ότι το πιθάρι χρησιμοποιείται για εναπόθεση, αποταμίευση προμηθειών. Ο τ. πισάκνα με τροπή τού -θ- σε -σ-].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • πιθάκνη — cask fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πιθακνῶν — πιθάκνη cask fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πιθάκναις — πιθάκνη cask fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πιθάκναισιν — πιθάκνη cask fem dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πιθάκνην — πιθάκνη cask fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πιθάκνης — πιθάκνη cask fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιδάκνη — πιθάκνη cask fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιδάκνην — πιθάκνη cask fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πιθάκνας — πιθάκνᾱς , πιθάκνη cask fem acc pl πιθάκνᾱς , πιθάκνη cask fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιδάκνας — φιδάκνᾱς , πιθάκνη cask fem acc pl (attic) φιδάκνᾱς , πιθάκνη cask fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”